ΟμιλίεςΤο πλήρες κείμενο της αγόρευσής μου για την Αναθεώρηση #Συνταγμα

19 Νοεμβρίου, 20190

ΟΜΙΛΙΑ ΑΝΔΡΕΑ ΛΟΒΕΡΔΟΥ, ΓΕΝΙΚΟΥ ΑΓΟΡΗΤΗ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ ΑΛΛΑΓΗΣ,
ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ 1η ΚΑΙ ΤΗ 2η ΕΝΟΤΗΤΑ, ΠΕΡΙ ΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΑΤΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
Αθήνα, 19/11/2019

Κύριε Πρόεδρε
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές
Επιτρέψτε μου, πριν εισέλθω στα θέματα των ενοτήτων που συζητούμε σήμερα, να εκφράσω μία πολιτική θέση μου, η οποία πιστεύω πως υπακούει στους κανόνες της λογικής: όταν στην Ολομέλεια της Βουλής αρθρώνεται λόγος περί δικαιωμάτων, ειδικά μάλιστα στην Αναθεωρητική Βουλή, ο εκάστοτε ομιλών ελέγχεται με κριτήριο τί έπραξε το κόμμα του όταν ο λαός του έδωσε εντολή διακυβέρνησης της χώρας. Με άλλα λόγια, οι κυβερνητικές επιλογές, ο τρόπος διοίκησης και οι συμπεριφορές της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας φωτογραφίζουν τις πραγματικές περί δικαιωμάτων προθέσεις των πολιτικών και των κομμάτων που κάνουν προτάσεις αναθεώρησης περί ατομικών, πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Πχ τί θα προτείνει αξιόπιστα περί του πολιτικού δικαιώματος του εκλέγειν επί δημοψηφίσματος, όποιος οργάνωσε το παράνομο δημοψήφισμα του 2015!!!

Ξεκινώ την έκθεση των απόψεών μου ως προς τις περί δικαιωμάτων προτάσεις αναθεώρησης του Συντάγματος, με αυτήν που ως φαίνεται θα γίνει δεκτή. Πρόκειται για την προσθήκη στο άρθρο 21 παρ.1 ενός εδαφίου που αφορά στους κοινωνικά αδυνάμους. Η διατύπωση που προτείνουμε, και η οποία αντιστοιχεί σε αυτό που η πλειοψηφία αποκαλεί “ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα”, έχει ως εξής: “ Το κράτος μεριμνά για τη διασφάλιση ενός ελάχιστου αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης για όλους τους πολίτες που έχουν ανάγκη, καθώς και για την ελεύθερη και ακώλυτη πρόσβαση όλων στα κοινωνικά αγαθά”. Η ανωτέρω ρύθμιση μπορεί να θεωρηθεί πως έχει κυρίως πανηγυρικό περιεχόμενο, δι’ αυτής, όμως, θα επιχειρηθεί, δηλαδή δια της αναγωγής του συγκεκριμένου θέματος σε ζήτημα συνταγματικής περιωπής, να διαμηνυθεί στα όργανα του κράτους η σημασία που προσδίδει ο συνταγματικός νομοθέτης στη συγκεκριμένη κρατική υποχρέωση. Έχω, βεβαίως, συνείδηση, πως η υπέρμετρη πανηγυρικότητα μεταφέρει τις συνταγματικές διατάξεις από το πεδίο των καταναγκαστικών, δια της έλλογης και ρυθμισμένης βίας, νομικών ρυθμίσεων, σε εκείνο των πολιτικών διακηρύξεων ή και του ευχολογίου.

Αισθάνομαι ακριβώς εδώ την ανάγκη, να διατυπώσω μία θέση αρχής που αφορά στα κοινωνικά δικαιώματα, όταν αυτά προβλέπονται στο Σύνταγμα: διατάξεις ειδικές περί κοινωνικών δικαιωμάτων που υπάρχουν ήδη και το περιεχόμενο των οποίων έχει διαμορφώσει επί δεκαετίες η νομολογία, δεν είναι σκόπιμο να αναθεωρούνται. Η φύση και ο χαρακτήρας των κοινωνικών δικαιωμάτων, ειδικά σε σχέση με τη δυνατότητα να θεμελιώνονται σε αυτά αγώγιμες αξιώσεις των διοικουμένων, υποχρεώνει τον αναθεωρητικό νομοθέτη να εκφράζεται με φειδώ. Δηλαδή οι δημαγωγικές μεγαλοστομίες περί κοινωνικών δικαιωμάτων δεν πρέπει να έχουν θέση στο συνταγματικό κείμενο. Κι αυτό γιατί η εξάρτηση της ικανοποίησης των κοινωνικών δικαιωμάτων από την οικονομική κατάσταση στην οποία βρίσκεται μια χώρα υποχρεώνει τους συντακτικούς ή αναθεωρητικούς νομοθέτες να συντάσσουν τις συνταγματικές διατάξεις περί κοινωνικών δικαιωμάτων με φειδώ κι όχι με τρόπο δημαγωγικό. Πρέπει να το καταλάβουμε καλά: όσο πιο γενναιόδωρες είναι οι συνταγματικές διατάξεις περί κοινωνικών δικαιωμάτων, τόσο πιο πιθανό είναι η ίδια η ζωή να τις μετατρέψει σε απλές διακηρύξεις, σε πολιτικά ευχολόγια. Κι όταν σχετικές υποθέσεις βασισμένες σε πληθωρικές συνταγματικές διατάξεις, δηλαδή νομικές ρυθμίσεις που βρίσκονται στην κορυφή της ιεραρχίας των πηγών του δικαίου, οδηγούνται στη Δικαιοσύνη και δεν ευδοκιμούν, τότε αποδεικνύεται πως το Σύνταγμα είναι κενό ρυθμιστικού περιεχομένου. Κι εδώ, για να συνεννοηθούμε, σπεύδω να θυμίσω μια φράση του Ρήγα Φεραίου: ‘Αι δημόσιαι συνδρομαί και ανταμοιβαί είναι ιερόν χρέος της πατρίδας’. Προφανώς δεν εννοούσε τα ευχολόγια!!!

Λίγα λόγια ακόμη για τη θεωρία των κοινωνικών δικαιωμάτων. Ο Δημήτρης Τσάτσος με την τότε συνεργάτιδά του και νυν καθηγήτρια του Συνταγματικού Δικαίου Νέδα Κανελλοπούλου έγραφαν περί κοινωνικών δικαιωμάτων, πως η Ελευθερία μέσω αυτών εισήλθε σε νέα φάση. Δεν ασκείται μόνο μέσω των ατομικών δικαιωμάτων (όπου ο πολίτης αξιώνει την αποχή του κράτους), ή των πολιτικών δικαιωμάτων (όπου ο πολίτης αξιώνει να συμμετέχει στη λήψη των αποφάσεων), αλλά και με τις αξιώσεις κοινωνικών παροχών. Πρόκειται συνεπώς για την κοινωνική διάσταση της ελευθερίας. Δηλαδή για το πέρασμα από το φιλελεύθερο κράτος, στο κοινωνικό κράτος. Και εν τέλει στο κοινωνικό κράτος δικαίου, στον κοινωνικό προσανατολισμό της εξουσίας. Η οικονομική κρίση, βέβαια, μας έμαθε πάρα πολλά. Οι θεωρίες του κοινωνικού κεκτημένου κατέρρευσαν. Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει πως εξαλείφθηκε ο σκληρός πυρήνας του κοινωνικού κράτους. Πως καταργήθηκαν στην πράξη τα κοινωνικά δικαιώματα. Εκείνοι, όμως, που υπερασπίστηκαν τις θεωρίες του κοινωνικού κεκτημένου την περίοδο 2009-2014 αποδείχτηκαν άστοχοι, ή, στη χειρότερη περίπτωση, συνειδητοί δημαγωγοί. Οφείλουμε, λοιπόν, να μην αποδειχτούμε ανεπείγνωτοι της εμπειρίας που προσδιορίζει τόσο τη θεωρία, όσο και την πρακτική του Συνταγματικού Δικαίου. Ειδικώς, όταν είμαστε στην Ολομέλεια μιας Αναθεωρητικής Βουλής και συντάσσουμε τα κείμενα που θα κληθεί να ερμηνεύσει ο επίσημος εφαρμοστής του. Συνεπείς με τη θέση μας αυτή, ψηφίζουμε μόνο τις προτάσεις για ρυθμίσεις της ίσης αμοιβής για ίση εργασία, της προστασίας του νερού ως δημοσίου αγαθού καθώς και εκείνης για την υγεία. Τέλος, σχετικώς με την πρόταση αναθεώρησης του άρθρου 5 που αφορά το ατομικό δικαίωμα του σεξουαλικού προσδιορισμού, είμαστε απολύτως θετικοί.

Ήδη, ωστόσο, αναφέρθηκα σε ατομικό δικαίωμα. Και θα παραμείνω σε αυτό το πεδίο, για να αναφερθώ σε όψεις της θρησκευτικής ελευθερίας, δηλαδή στο άρθρο 3 του Συντάγματος. Και δι’ αυτού του θέματος οδηγούμαστε αυτομάτως, καλώς ή κακώς, στις σχέσεις Κράτους και Εκκλησίας και ειδικά στο ταλαιπωρημένο θέμα του χωρισμού τους. Ο σχετικός διάλογος είναι κατ’ επίφαση μόνο διάλογος. Πρόκειται περί παράλληλων μονολόγων, όπου ουδείς των διαλεγομένων, τις περισσότερες φορές, ακούει τί ακριβώς λέει ο άλλος. Το άρθρο 3 εμπεριέχει ρυθμίσεις για έξι θέματα. Ήμουν πολύ αναλυτικός στις Επιτροπές της προτείνουσας και της παρούσας Αναθεωρητικής Βουλής. Σήμερα θα αναφερθώ σε δύο από αυτά. Πρώτον, στον καθορισμό της Ανατολικής Ορθόδοξης του Χριστού Εκκλησίας ως επικρατούσας. Κρατούσα άποψη στη θεωρία πια, και εν μέρει στη νομολογία, είναι πως ο χαρακτηρισμός αυτός έχει μόνο συμβολικό και διακηρυκτικό χαρακτήρα, στο μέτρο που η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών ομολογεί την Ορθοδοξία και αποτελεί μέρος του ποιμνίου της Εκκλησίας μας. Η δε θρησκευτική ελευθερία ρυθμίζεται στο άρθρο 13 παρ.1 του Συντάγματος, το οποίο και δεν αναθεωρείται σύμφωνα με το άρθρο 110! Εφαρμόζοντας το άρθρο αυτό είχα την τιμή να εισηγηθώ στην Βουλή το Ν. 4301/2014, με τον οποίον οργανώθηκαν οι θρησκευτικές κοινότητες στην Ελλάδα και προστατεύτηκε η άσκηση της λατρείας τους. Ο νόμος αυτός ήλθε στην Βουλή με καθυστέρηση μισού αιώνα. Κι επιτρέψτε μου αναφέρω την τροπολογία που εισηγηθήκαμε με τον κ. Φ. Κουβέλη κι έκανε δεκτή η κυρία Γιαννάκου, υπουργός Παιδείας τότε, για να μην απαιτείται άδεια του επιχώριου Ορθόδοξου Μητροπολίτη για να ιδρυθεί ναός άλλης γνωστής θρησκείας. ¨Έτσι, όμως, προστατεύεται η θρησκευτική ελευθερία κι όχι με βερμπαλισμούς. Γιατί, όμως, τα ελληνικά Συντάγματα αναφέρονται στην επικρατούσα θρησκεία και γιατί έχουν προοίμιο με αναφορά στην Αγία Τριάδα; Απαντώ αμέσως πως οι διατυπώσεις αυτές προέκυψαν από την παρακαταθήκη του φιλελληνισμού, όπου η χριστιανική θρησκεία ήταν κι αυτή μια από τις αιτίες του φιλελληνισμού, αλλά και, κυρίως, από το ρόλο της Εκκλησίας στην εθνική παλιγγενεσία, προκύπτουν δηλαδή από το σεβασμό στην Ορθόδοξη του Χριστού Εκκλησία κι όχι βέβαια ως στοιχείο του συνταγματικού και θεσμικού εποικοδομήματος, ενός κράτους της Ευρωζώνης. Προκύπτουν δηλαδή ως στοιχείο ενός συλλογικού συναισθήματος, ως ζωοποιό στοιχείο μιας παράδοσης, δίχως άλλο ρυθμιστικό περιεχόμενο. Δεύτερο θέμα που θέλω να θίξω, από τα έξι που ρυθμίζει το άρθρο 3, είναι η πρόβλεψη της παρ.3 περί του αναλλοίωτου του κειμένου της Αγίας Γραφής. Αυτή τη διάταξε περιέπαιξε ο πρώην Πρωθυπουργός στην Ολομέλεια της προτείνουσας Βουλής. Και γέλαγε μάλιστα! Ως φαίνεται κανείς δεν του είχε μιλήσει για τα “ευαγγελικά” και τους γλωσσαμύντορες του Δηλιγιάννη, δημαγωγού επίσης, που προκάλεσαν τον θάνατο πολλών ανθρώπων. Γελούσε λοιπόν με την παρ.3 του Συντάγματος ο πρώην Πρωθυπουργός!

Τί προτείνουμε, όμως, εμείς ως Κίνημα Αλλαγής: την προσθήκη στο άρθρο 3 μιας ερμηνευτικής δήλωσης, σύμφωνα με την οποία “η αναφορά στην επικρατούσα θρησκεία δεν επηρεάζει το διακριτό ρόλο Κράτους και Εκκλησίας και δεν αντίκειται στο άρθρο 13 παρ.1. Κι ακόμη δεν είμαστε αντίθετοι στην κατάργηση της παραγράφου 3. Είμαστε σοβαροί χωρίς να δημαγωγούμε και πρέπει να σκεφτούν όσοι επιλέγουν τη δημαγωγία, γιατί αρνήθηκαν την πρότασή μας να αναθεωρηθεί και το άρθρο 16 παρ.2 περί της θρησκευτικής ελευθερίας στην εγκύκλιο εκπαίδευση. Όμως σε αυτό το άρθρο θεμελιώθηκαν οι αποφάσεις του ΣτΕ του 2018 και του 2019 που τόσο έχουν επικριθεί. Η υποκρισία σε υπερθετικό βαθμό.
Τέλος, προτείνουμε όπου στο Σύνταγμα προβλέπεται όρκος, αυτός να είναι διαζευκτικά θρησκευτικός η πολιτικός. Όπως ακριβώς γίνεται στην ορκωμοσία των Βουλευτών. Απορώ γιατί υποχώρησε η Νέα Δημοκρατία στο θέμα αυτό, ενώ το περιελάμβανε στις αρχικές τις αποφάσεις.

Η εισήγησή μου ολοκληρώνεται με την αναφορά μου στο άρθρο 16 παρ.5. Άρθρο χρήσιμο για την εποχή του, που έχει έλθει η ώρα να αναθεωρηθεί, αλλά η ευκαιρία δυστυχώς χάθηκε, με ευθύνη της παρελθούσας πλειοψηφίας. Αντίθετα στην Κύπρο, το 2005, με το Ν.1099(1), όπως τροποποιήθηκε με το Ν.74(1) του 2011, περίοδος Χριστόφια αν δεν κάνω λάθος, άρπαξαν την ευκαιρία και σήμερα μόνο στις νομικές της σχολές φοιτούν 1200 Έλληνες και Ελληνίδες!!! Για το ζήτημα αυτό έκανα μία εκτεταμένη ανάλυση στην προηγούμενη προτείνουσα Βουλή και δεν έχω χρόνο να την επαναλάβω. Αρκούμαι στην αναφορά, πως τα μη κρατικά και μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια είναι μια απαραίτητη λύση για την πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Δυστυχώς χάνουμε εννιά ολόκληρα χρόνια, αλλά θα πρέπει να βρούμε μια ενδιάμεση λύση έως τότε.

Κλείνω με μια γενικότερη αναφορά, που προκύπτει από την τοποθέτηση του Εισηγητή και των Βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ χθες όπως και του Εισηγητή του σήμερα. Το πάνε για πόλεμο. Για δήθεν ιδεολογικοπολιτικές διαφοροποιήσεις και συγκρούσεις. Για ανάδειξη ψευτο-διαφόρων ως δήθεν τομών ανάμεσα σε μία τάχα προοδευτική αναθεώρηση και μια άλλη, αναδρομική ας πούμε! Τότε κι εμείς, ως Κίνημα Αλλαγής, παίρνουμε το μήνυμά τους. Πόλωση θέλουν, πόλωση θα έχουν. Τους καλούμε, σας καλούμε συνάδελφοι του ΣΥΡΙΖΑ να μας πείτε γιατί δεν προτείνατε την αλλαγή του άρθρου 16§2 περί θρησκευτικής ελευθερίας στην εκπαίδευση! Ορίστε λοιπόν. Οφείλετε μία εξήγηση. Γιατί εσείς οι δήθεν αμύντορες της θρησκευτικής ελευθερίας διαφωνήσατε να τεθεί υπό αναθεώρηση το άρθρο 16§2. Εσείς είστε και ο πρωθυπουργός σας που έδιωξε από την κυβέρνηση τον Νίκο Φίλη. Είστε εσείς που χρησιμοποιείτε, λοιπόν, το Σύνταγμα. Και όποια και όποιος από σας πάρει το λόγο σήμερα οφείλει να πάρει θέση στο θέμα αυτό. Ούτε ένας από εσάς δεν άσκησε κριτική στην παράλειψη να προτείνετε την αναθεώρηση του άρθρου 16§2. Στην αναθεωρητική διαδικασία, ως γνωστόν, δεν υπάρχει κομματική πειθαρχία. Σιγή ιχθύος όμως. Οι βασιλείς της υποκρισίας! Αν θέλετε, λοιπόν, να πάμε σε μια πολωτική διαδικασία αναθεώρησης, εμείς εδώ είμαστε. Σηκώνουμε το γάντι. Έχετε χρόνο, όμως, να το σκεφτείτε ξανά. Τα επιχειρήματα παίζουν κύριο ρόλο σε μία αναθεώρηση του Συντάγματος και όχι η ένταση που έχει σκοπό τον ψευτοδιχασμό.

Αφήστε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Ανδρέας Λοβέρδος
Επικοινωνία
Αμερικής 19, Αθήνα, 10672
(+30) 210 331 4540
(+30) 6974 057 857
(+30) 6985 553 330
© 2023 Ανδρέας Λοβέρδος. All Rights Reserved.